γλαυκοφανής

γλαυκοφανής
Ορυκτό πυριτικό άλας αργιλίου, σιδήρου, μαγνησίου και νατρίου, της ομάδας των αμφιβόλων. Ο γ. κρυσταλλώνεται στο μονοκλινές σύστημα και οι κρύσταλλοί του είναι πρισματικοί ή βελονοειδείς. Έχει πυκνότητα 3,8 gr/cm3 και σκληρότητα 2,5 στη σκληρομετρική κλίμακα των ορυκτών. Στην Ελλάδα συναντάται ως συστατικό πετρωμάτων στη Σύρο, στην Αττική, στις Κυκλάδες, στην Κρήτη, στην Κύθνο, στη Σίφνο, στη Ρόδο και στη νότια Εύβοια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αμφίβολοι — Ορυκτά τα οποία ορίζονται χημικά πυριτικά άλατα ασβεστίου, σιδήρου και μαγνησίου. Ο τύπος των απλούστερων α. είναι (Mg,Fe) SiO3 και στους πιο σύνθετους το μαγνήσιο και το σίδηρο μπορούν να αντικατασταθούν από το αργίλιο, το ασβέστιο και το νάτριο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”